Άντι Γουόρχολ, Άλμπερτ Αϊνστάιν και άλλες διαταραγμένες ιδιοφυΐες
Υπάρχει μια λεπτή γραμμή, λένε, που χωρίζει την ευφυΐα από την τρέλα. Είναι όμως «κανόνας» να συμπορεύονται αυτές οι δυο ιδιότητες;
Στο νέο της βιβλίο με τίτλο «Ο Άντι Γουόρχολ ήταν παρασυσσωρευτής» (Andy Warhol Was a Hoarder), η Κλώντια Καλμπ αποκαλύπτει την ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση 12 μεγάλων προσωπικοτήτων μέσα από το πρίσμα της γνώσης που κατέχουμε σήμερα για τις διάφορες ψυχικές διαταραχές.
Αν και ο Άντι Γουόρχολ είχε θεωρηθεί εκκεντρικός στην εποχή του, σήμερα ένας ψυχίατρος θα μπορούσε να πει ότι η εμμονή του με τη συλλογή άχρηστων αντικειμένων εμπίπτει στην κατηγορία των νευρώσεων.
Η Καλμπ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «ποικιλοτρόπως, τα ιστορικά πρόσωπα δεν είναι πιο λογικά ή πιο τρελά από όλους εμάς», ωστόσο εξηγεί πως η ανάλυσή της εγείρει ερωτηματικά σχετικά με το πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται –ή να παραβλέπονται– διάφορες διαταραχές.
Ο Τζορτζ Γκέρσουιν, για παράδειγμα, ο οποίος σήμερα ίσως λάμβανε διάγνωση για Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), θα είχε γράψει το Rhapsody in Blue εάν έπαιρνε φάρμακα; Ο Αβραάμ Λίνκολν, ο οποίος ταλαιπωρήθηκε πολλά χρόνια από κατάθλιψη, θα είχε διαγράψει διαφορετική πορεία ως Πρόεδρος των ΗΠΑ εάν είχε αντιμετωπίσει το «μαύρο σκύλο»;
Δείτε τέσσερα παραδείγματα λαμπρών μυαλών που ήταν και ολίγον... διαταραγμένα.
- Χάουαρντ Χιουζ / Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή
Ο Χάουαρντ Χιουζ ήταν ένα ντροπαλό, αδέξιο παιδί που διατηρούσε ισχυρούς δεσμούς με τη μητέρα του. Η ίδια λέγεται πως «ανησυχούσε ακατάπαυστα για το γιο της, σπανίως τον άφηνε από τα μάτια της και δημιούργησε κάτι το οποίο πολλοί θυμούνται σαν ένα τείχος μοναξιάς και απομόνωσης». Επίσης, η μητέρα του Χιουζ εκδήλωνε «έντονη φοβία απέναντι στα μικρόβια και τις ασθένειες».
Αν και η παράνοιά της μάλλον τον επηρέαζε αρνητικά, ο Χιουζ πληγώθηκε βαθύτατα από το θάνατο των γονιών του –έχασε και τους δύο πριν κλείσει τα 20, με δύο χρόνια διαφορά.
Η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά που εκδήλωνε ο Χιουζ, γράφει η Καλμπ, ήταν σύμπτωμα Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής.
Ο Δρ Τζέφρι Σουόρτς, ειδικός στην Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή στο Πανεπιστήμιο UCLA της Καλιφόρνια και ο οποίος καθοδήγησε τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο όταν ανέλαβε να υποδυθεί τον Χιουζ στην ταινία «Ιπτάμενος Κροίσος», είχε δηλώσει ότι ο Χιουζ ήταν «ζωντανή εγκυκλοπαίδεια των σοβαρών συμπτωμάτων της διαταραχής».
Ο Χιουζ επαναλάμβανε ξανά και ξανά τις οδηγίες του στους υπαλλήλους του, ένα τυπικό σύμπτωμα της ΙΨΔ, καθώς, σε αρκετές περιπτώσεις, πρόκειται για «μια μάχη με την τελειομανία, για πράξεις ή λέξεις που πρέπει να επαναλαμβάνονται μέχρι το άτομο να νιώσει καλά». Σαν παράδειγμα, η Καλμπ αναφέρει στο βιβλίο της ένα υπόμνημα του Χιουζ που έγραφε τρεις φορές στη σειρά «ένα καλό γράμμα πρέπει να γίνεται αμέσως κατανοητό».
Η ακρίβεια και η συνήθεια ήταν κεντρικό στοιχείο στις εμμονές του Χιουζ, γράφει η Καλμπ. Το γεύμα του έπρεπε να σερβίρεται με πολύ συγκεκριμένο τρόπο και ποτέ δεν έπιανε τη σακούλα που το περιείχε χωρίς αντιμικροβιακό μαντιλάκι. Είχε γράψει ολόκληρη πραγματεία για το πώς πρέπει να μπαίνουν στο δωμάτιό του και να μεταχειρίζονται τα πράγματά του οι υπάλληλοί του. Ο «οδηγός» για το πώς θα του ανοίγουν τις κονσέρβες είχε έκταση τρεις σελίδες.
Αν και ο Χιουζ δεν έλαβε ποτέ κανένα είδος θεραπείας για την ΙΨΔ, σήμερα θα μπορούσε να έχει επωφεληθεί από φάρμακα και διάφορες μορφές ψυχοθεραπείας. Μάλιστα, ο Σουόρτς σημειώνει ότι το δυνατό μυαλό του και το υπόβαθρό του στη Μηχανική θα τον καθιστούσαν «ιδανικό υποψήφιο θεραπευόμενο».
Ένας άλλος παράγοντας που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην περίπτωση του Χιουζ ήταν τα αμύθητα πλούτη του. Τα περισσότερα άτομα με ΙΨΔ πρέπει να αναπτύξουν στρατηγικές διαχείρισης ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν και να εργαστούν στο πλαίσιο της κοινωνίας. Ο Χιουζ όμως είχε στη διάθεσή του ένα σωρό ανθρώπους που του έλεγαν πάντα «ναι» και ακολουθούσαν κατά γράμμα τις οδηγίες του κι έτσι δεν υπήρχε πίεση να συμβιβαστεί με την πάθησή του.
«Όχι μόνο δεν αντιστεκόταν στις ορμές του, αλλά μάλιστα τις ικανοποιούσε», σημειώνει ο Σουόρτς, συμπληρώνοντας πως αυτό εγγυάται τη χειρότερη δυνατή εξέλιξη της ΙΨΔ.
- Άντι Γουόρχολ / Διαταραχή Παρασυσσώρευσης
Στο Μουσείο Άντι Γουόρχολ του Πίτσμπεργκ υπάρχουν 610 «χρονοκάψουλες», μια τεράστια συλλογή από ενθύμια που γεμίζουν 569 χαρτόκουτα, 40 συρτάρια και ένα μεγάλο μπαούλο.
Σε παρουσίαση που έγινε το 2013, ανακαλύφθηκαν μέσα στις «χρονοκάψουλες» άδειες συσκευασίες από οδοντόβουρτσες, μαχαιροπίρουνα, φωτογραφίες, αποδείξεις από εστιατόρια, κονσέρβες, φορεμένα εσώρουχα, ακόμη και ένα ανθρώπινο πόδι! Η συλλογή περιελάμβανε συνολικά 300.000 αντικείμενα.
Πρόκειται για τέχνη ή για ένδειξη της ψυχικής ασθένειας του Γουόρχολ;
Η Καλμπ σημειώνει πως ο Γουόρχολ ήταν πληθωρικός σχεδόν σε κάθε πτυχή της ζωής του, από τη θεματική των έργων του μέχρι τον κόσμο που τον περιτριγύριζε.
«Καλύτερα περισσότερα, παρά λιγότερα» ήταν ένα μότο που χαρακτήριζε τον καλλιτέχνη, σύμφωνα με την Καλμπ.
Οι χαρακτηριστικές επαναλαμβανόμενες εικόνες που πρωταγωνιστούν στα έργα του κατά κάποιο τρόπο υπήρχαν παντού γύρω του. Ενώ ήταν μοναχικός ως παιδί, αργότερα συγκέντρωσε γύρω του ένα τεράστιο «κοπάδι» που τον ακολουθούσε στις διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις.
Η λεγόμενη Διαταραχή Παρασυσσώρευσης εντάχθηκε στο εγχειρίδιο ψυχικών διαταραχών (DSM) σχετικά πρόσφατα, συγκεκριμένα στην τελευταία έκδοσή του.
Όπως αναφέρει η Καλμπ, η διαταραχή χαρακτηρίζεται από «τη μόνιμη αδυναμία του ατόμου να αποχωριστεί τα υπάρχοντά του» και από «χώρους διαβίωσης που κατακλύζονται σε τέτοιο βαθμό από πράγματα που τελικά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό που προορίζονται».
Ο Γουόρχολ δεν ήταν ένας απλός συλλέκτης. Δεν προσπαθούσε ούτε στο ελάχιστο να επιδεικνύει τα υπάρχοντά του με τρόπο οργανωμένο, στοιχείο-κλειδί στο διαχωρισμό του συλλέκτη από τον... σαβουροσυλλέκτη.
Όταν ο Γουόρχολ κάποτε ερωτήθηκε πώς έχει διακοσμήσει το σπίτι του, απάντησε: «Απλώς με σκουπίδια. Χαρτιά και κουτιά. Με πράγματα που κουβαλάω στο σπίτι και τα παρατάω εδώ κι εκεί, χωρίς ποτέ να τα συμμαζεύω».
Μια άλλη καίρια πτυχή της παρασυσσώρευσης είναι η δυσφορία που προκαλεί στο άτομο και ο Γουόρχολ εκδήλωνε το σύμπτωμα αυτό. Στο βιβλίο με τίτλο «Το Ημερολόγιο του Άντι Γουόρχολ», το οποίο δημοσιεύθηκε μετά το θάνατο του καλλιτέχνη, ο ίδιος γράφει: «Σιχαίνομαι τον τρόπο ζωής μου, σιχαίνομαι όλα αυτά τα σκουπίδια. Πάντα κουβαλάω όλο και περισσότερα στο σπίτι. Ένα λευκό τοίχο και ένα καθαρό πάτωμα, αυτό θέλω μόνο».
Τα άτομα με διαταραχή παρασυσσώρευσης δημιουργούν δεσμούς με αντικείμενα επειδή δεν είναι σε θέση να ξεπεράσουν σημαντικούς δεσμούς με ανθρώπους. Αν και ο Γουόρχολ ήταν γνωστός για τον ευρύτατο κοινωνικό του κύκλο, στην πραγματικότητα διατηρούσε ελάχιστες πολυετείς και ουσιαστικές διαπροσωπικές σχέσεις. Είχε μάλιστα παραδεχθεί αυτή τη σχέση «υποκατάστασης», λέγοντας: «Όταν αγόρασα την πρώτη μου τηλεόραση, σταμάτησα να νοιάζομαι τόσο για τις σχέσεις μου με τους άλλους ανθρώπους».
Όταν πέθανε ο Γουόρχολ, εκτιμητές του οίκου Sotheby’s βρήκαν έναν πίνακα του Πικάσο πεταμένο μέσα σε μια ντουλάπα και πολύτιμους λίθους κρυμμένους στο κρεβάτι του!
- Φρανκ Λόιντ Ράιτ / Ναρκισσισμός
Ο ταλαντούχος αρχιτέκτονας που σχεδίασε, μεταξύ άλλων, το Μουσείο Γκούγκενχαϊμ του Μπιλμπάο είναι ιδιαίτερα γνωστός για τις «ατέλειες» των δημιουργημάτων του.
Τα κτίρια που σχεδίασε φημίζονται για τα ελλείμματά τους, όπως η κακή μόνωση και οι τρύπες στις στέγες, ωστόσο θεωρήθηκαν από κάποιους «αρχιτεκτονικό ορόσημο».
Το γιατί τα εμβληματικά κτίρια του Φρανκ Λόιντ Ράιτ ήταν επίσης τόσο καταφανώς προβληματικά μπορεί να απαντηθεί από το εγχειρίδιο ψυχικών διαταραχών.
«Το απίστευτο ταλέντο του Ράιτ ήταν αλληλένδετο με έναν ισχυρό ναρκισσισμό που εκδηλωνόταν με δεκάδες διαφορετικούς τρόπους στους πελάτες του», γράφει η Καλμπ. «Με τις ρίζες του στον αντικομφορμισμό, ο αντιδραστικός αρχιτέκτονας ακολουθούσε τις καλλιτεχνικές του πεποιθήσεις χωρίς να νοιάζεται ιδιαίτερα για υλιστικά ζητήματα στατικότητας, πρακτικότητας και κόστους.»
Σε επιστολή που απέστειλε στον Σόλομον Γκούγκενχαϊμ σχετικά με τα σχέδια του μουσείου του, ο Ράιτ εξηγούσε πως ήθελε να απαλλαγεί από τη «στημένη», επιτηδευμένη μεγαλομανία του παλιομοδίτικου εκθέματος. Ωστόσο, αποδείχθηκε τελικά ότι ο ίδιος ο σχεδιασμός του κτιρίου αποτελούσε ένδειξη μεγαλομανίας, καθώς απαιτούσε οι πίνακες να τοποθετούνται σε γωνία τέτοια ώστε να εξυπηρετείται ο εντυπωσιακός κεντρικός σπειροειδής διάδρομος του μουσείου.
Καθώς το μουσείο εξελισσόταν σε ωδή προς το δημιουργό του, οι καλλιτέχνες που επρόκειτο να εκθέσουν εκεί τα έργα τους άρχιζαν να εκφράζουν ανησυχίες.
Το Δεκέμβριο του 1956, λίγο μετά την έναρξη των εργασιών, 21 καλλιτέχνες υπέγραψαν μια επιστολή που ανέφερε ότι ο σχεδιασμός του Ράιτ υποδεικνύει «έκδηλη περιφρόνηση» προς την ορθή προβολή των έργων. Ο Ράιτ χαρακτήρισε τις αντιδράσεις τους «ευτελείς».
Ο Ράιτ ήταν το αγαπημένο παιδί της μητέρας του ανάμεσα στα πέντε αδέρφια του. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Ράιτ, η μητέρα του είχε την πεποίθηση, όντας έγκυος, ότι το παιδί της θα έχτιζε πανέμορφα κτίρια όταν μεγαλώσει. Ώθησε το γιο της προς αυτή την κατεύθυνση από νωρίς, διακοσμώντας το βρεφικό δωμάτιο με χαρακτικά βρετανικών καθεδρικών. Κάποιοι διαψεύδουν αυτήν την ιστορία, με την Καλμπ να σχολιάζει ότι «η αναδόμηση του παρελθόντος είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των ναρκισσιστών».
Η Καλμπ επισημαίνει ότι οι ναρκισσιστικές συμπεριφορές δεν υποδεικνύουν απαραίτητα ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας, όμως θεωρεί ότι ο Ράιτ θα αποτελούσε «καλό υποψήφιο» για τη συγκεκριμένη διάγνωση.
«Η υπερβολική λατρεία μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά. Ένα κακομαθημένο ή ‘ξεχωριστό’ παιδί μπορεί να αναπτύξει ένα αίσθημα ότι έχει αυτονόητα δικαιώματα, να πιστεύει ότι είναι καλύτερο από όλους τους άλλους και ότι αξίζει ειδική μεταχείριση –ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά της ναρκισσιστικής διαταραχής προσωπικότητας».
Η εγωπάθεια του Ράιτ ήταν έκδηλη καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του. Έπαιρνε ό,τι μπορούσε από ένα συνεργάτη πριν διακόψει κάθε σχέση μαζί του. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι δανείστηκε χρήματα από το αφεντικό που θεωρούσε μέντορά του για να χτίσει το σπίτι του, όμως μετά δούλευε για άλλους πίσω από την πλάτη του.
Οι σχέσεις του Ράιτ ήταν προβληματικές και με τα ίδια τα παιδιά του. Όπως γράφει χαρακτηριστικά η Καλμπ, «το όποιο πατρικό ένστικτο διέθετε το διοχέτευε στη δουλειά του, όχι στα παιδιά του». Ο ίδιος είχε δηλώσει άλλωστε ότι «τα παιδιά είναι παιδιά της μητέρας τους» και ότι σιχαινόταν το άκουσμα της λέξης «μπαμπάς».
Η βιογράφος του Ράιτ, Άντα Λουίζ Χάξτεϊμπλ, αναφέρει ότι ο αρχιτέκτονας «απλώς είχε δημιουργήσει το δικό του ηθικό κώδικα».
- Άλμπερτ Αϊνστάιν / Αυτισμός
Όταν εργαζόταν στο Ινστιτούτο Προηγμένων Σπουδών του Πρίνστον, ο Άλμπερτ Αϊνστάιν μια μέρα πήρε τηλέφωνο ζητώντας τη... διεύθυνσή του. «Σας παρακαλώ, μην το πείτε σε κανέναν», ψιθύρισε, «Είμαι ο Δρ Αϊνστάιν, βρίσκομαι στο δρόμο για το σπίτι μου, αλλά δεν θυμάμαι πού είναι».
Αν και φημισμένη διάνοια, ο Αϊνστάιν εκδήλωνε ορισμένες ανεπάρκειες που τον τοποθετούν εύκολα στο φάσμα του αυτισμού.
«Εάν ο Αϊνστάιν είχε γεννηθεί τον 21ο αιώνα, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα είχε περάσει από αξιολόγηση για διαταραχές του αυτιστικού φάσματος ως παιδί», γράφει η Καλμπ. «Εάν οι γονείς του τον είχαν πάει σε ειδικό, η καθυστερημένη ηλικία ομιλίας του, η τρομερή επικέντρωσή του και η κοινωνική του απομόνωση θα είχαν υπογραμμίσει την ανάγκη για εξέταση και πιθανώς θα είχαν οδηγήσει σε επίσημη διάγνωση».
Ο Αϊνστάιν είπε τις πρώτες του λέξεις μετά την ηλικία των 2 ετών, λίγο πριν κλείσει τα 3. Όταν άρχισε να μιλά, είχε την τάση να επαναλαμβάνει στον εαυτό του προτάσεις, μια ένδειξη χαρακτηριστική στην περίπτωση του αυτισμού.
Επίσης, τα παιδιά με αυτισμό συχνά δυσκολεύονται να ελέγξουν το θυμό τους. Ως παιδί, ο Αϊνστάιν είχε ξεσπάσματα τόσο έντονα που το πρόσωπό του γινόταν χλωμό και η μύτη του κάτασπρη.
Αν και κατάφερε να ξεχωρίσει στον τομέα του, τα αυτιστικά γνωρίσματα που εκδήλωνε αποτέλεσαν αρχικά εμπόδιο στην καριέρα του. Επειδή τα άτομα με αυτισμό δυσκολεύονται να εντοπίσουν μη λεκτικά μηνύματα ή να αντιληφθούν τα συναισθήματα των άλλων, συχνά μιλούν πολύ ωμά και εμφατικά, με αποτέλεσμα να μοιάζουν αγενή. Αρκετοί ήταν αυτοί που θεωρούσαν τον Αϊνστάιν υπερόπτη και θρασύ.
Θα μπορούσε, ωστόσο, να πει κανείς, ότι ο αυτισμός του αποτέλεσε τον καταλύτη της επιτυχίας του. Όταν αποφοίτησε από το κολλέγιο, ήταν ο μόνος στο τμήμα του που δεν είχε δεχθεί πρόταση για δουλειά. Αναγκασμένος λοιπόν να αναλάβει μια καθόλου απαιτητική, από διανοητικής πλευράς, δουλειά γραφείου, είχε στη διάθεσή του όλο το χρόνο που χρειαζόταν ώστε να αναπτύξει τη θεωρία της σχετικότητας.
Πηγή: New York Post
Κεντρική φωτογραφία: Getty Images
Διαβάστε επίσης: